Νέο σοκ με το ελαιόλαδο: Δείτε που έφτασε η τιμή του

Σε μια εποχή που τα πάντα γύρω μας αυξάνονται το ελαιόλαδο συνεχώς ανεβαίνει και η τιμή του μεγάλωσε ακόμη περισσότερο.

Νέο σοκ με το ελαιόλαδο: Δείτε που έφτασε η τιμή του

Γενικότερα ζούμε τα τελευταία χρόνια στην εποχή που τα πάντα γύρω μας ακριβαίνουν και οι τιμές αυξάνονται συνεχώς με το ελαιόλαδο να ανήκει σ’ αυτήν την κατηγορία.

Ουσιαστικά σε πρωταθλητή των ανατιμήσεων εξελίσσεται το ελαιόλαδο, αφού η τιμή του αυξήθηκε σε έναν χρόνο κατά 63,7%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ , για τον Απρίλιο.

Από εκεί και πέρα να σημειώσουμε ότι αν και δεν μπορούν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα, υπάρχει η αίσθηση ότι η συγκομιδή θα είναι υψηλότερη από αυτή της περασμένης χρονιάς, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις έφτασε μεταξύ 130.000-150.000 τόνων, καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό.

Τιμή ρεκόρ για το ελαιόλαδο – Δείτε που έχει φτάσει αναλυτικά

Σε πρωταθλητή των ανατιμήσεων εξελίσσεται το ελαιόλαδο, αφού η τιμή του αυξήθηκε σε έναν χρόνο κατά 63,7%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ , για τον Απρίλιο.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Mega, σήμερα στα ράφια το ελαιόλαδο κοστίζει:

-Εξτρα παρθένο: 5,28 – 26,76 ευρώ/λίτρο,

Σήμερα το ελαιόλαδο από τα ελαιοτριβεία της χώρας βγαίνει με τιμή:

-Κρήτη: 8 – 8,5ευρώ/λίτρο,

-Μυτιλήνη: 8 – 8,5ευρώ/λίτρο,

-Μεσσηνία: 7,70 ευρώ/λίτρο,

-Λακωνία: 8 ευρώ/λίτρο.

«Αυτή τη στιγμή είμαστε στο στάδιο της ανθοφορίας και μετά από περίπου ένα μήνα θα έχουμε την οριστική καρπόδεση. Και όλα αυτά υπό την αίρεση ότι ο καρπός θα αναπτυχθεί φυσιολογικά», είπε πριν λίγες ημέρες ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), Μανώλη Γιαννούλης.

Πάντως αν και δεν μπορούν να βγουν ασφαλή συμπεράσματα, υπάρχει η αίσθηση ότι η συγκομιδή θα είναι υψηλότερη από αυτή της περασμένης χρονιάς, η οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις έφτασε μεταξύ 130.000-150.000 τόνων, καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό.

«Έχουμε μια μείωση της τάξεως του 1-1,30 ευρώ το λίτρο στις τιμές παραγωγού» είπε ο κ. Γιαννούλης και πρόσθεσε «αυτό βέβαια θα μεταφερθεί σταδιακά στο ράφι, μιας και το διάστημα που μεσολαβεί ανέρχεται σε ενάμιση με 2 μήνες».
Σήμερα τα εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα πωλούνται από τους παραγωγούς μεταξύ 7,80 και 8,20 ευρώ το λίτρο, όταν πριν από ένα μήνα οι τιμές ήταν 9,30-9,50 ευρώ το λίτρο.
Οι εκτιμήσεις του 35% για τη ΝΔ, το “νέο” κανάλι στη Θεσσαλονίκη, η έξοδος του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές και τα ρευστά διαθέσιμα της ΔΕΗ.

Μεταρρυθμίσεις που θα εξομαλύνουν τα μη παραγωγικά κόστη, μείωση του ΦΠΑ και κατάργηση του μέτρου για το μεικτό περιθώριο κέρδους ζητεί από την κυβέρνηση η βιομηχανία τροφίμων, για να εγγυηθεί ανάπτυξη, επενδύσεις, διατήρηση θέσεων εργασίας και ασφάλεια στο σύστημα τροφίμων.

Ο Ιωάννης Γιώτης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), προτιμά -όπως λέει και ο ίδιος- να συνομιλεί με τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, παρά με τον υπουργό Ανάπτυξης -για ευνόητους λόγους-, αφού ο τελευταίος έχει την ευθύνη της αγοράς, δεσμεύοντας βιομηχανία και προμηθευτές με το πλαίσιο μέτρων για την αντιμετώπιση της ακρίβειας.

Ωστόσο, αν ένας από τους δύο πρόκειται να ικανοποιήσει κάποιο από τα αιτήματα της βιομηχανίας, αυτός δεν είναι ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, αλλά ο υπουργός Ανάπτυξης, Κώστας Σκρέκας. Ο κ. Χατζηδάκης, που συμμετείχε χθες στην ανοιχτή συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του ΣΕΒΤ, είπε στους βιομήχανους να ξεχάσουν τη μείωση του ΦΠΑ. Αντίθετα, είναι πιθανότερο εντός του επόμενου διαστήματος, καθώς αποκλιμακώνεται η ένταση του πληθωρισμού και πλησιάζουμε στον πτωτικό κύκλο των επιτοκίων, να αποσυρθούν ορισμένα από τα «παρεμβατικά» μέτρα που είναι σε ισχύ, θέμα που χειρίζεται ο Κώστας Σκρέκας.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒΤ, η βιομηχανία τροφίμων βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μεταποιητικής δραστηριότητας και καλείται να διαχειριστεί μια πολλαπλή κρίση, την αύξηση του κόστους ενέργειας και πρώτων υλών λόγω και της κλιματικής αλλαγής και το κόστος των ρυθμιστικών παρεμβάσεων από εθνικές και ευρωπαϊκές νομοθεσίες. Θεωρεί ότι σε αυτό το περιβάλλον η βιομηχανία τροφίμων έχει μπει άδικα στο στόχαστρο της κριτικής, με τη σύνδεση του πληθωρισμού αποκλειστικά με τον κλάδο τροφίμων. Ο πληθωρισμός, όπως τόνισε, προήλθε από διεθνείς παράγοντες, επηρεάζοντας κάθε κλάδο της οικονομίας, από τα ενοίκια μέχρι τις υπηρεσίες, αυξάνοντας το κόστος ζωής και αλλάζοντας τα δεδομένα στα κόστη της βιομηχανίας, όπου ειδικά το κόστος ενέργειας και συσκευασίας αποτελεί το 50% του παραγωγικού κόστους. «Η αύξηση στο παραγωγικό κόστος είναι τόσο μεγάλη, που κανένας μας δεν κοιμάται ήσυχος», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Το ελαιόλαδο «βαραίνει» τον πληθωρισμό

Ο κ. Γιώτης εξήγησε ότι τα τρόφιμα επηρεάζουν μεν τον πληθωρισμό, αλλά αυτό είναι η μισή αλήθεια. Με την εξαίρεση του ελαιολάδου, που έχει ανατιμηθεί πάνω από 140% από το 2020, η επίδραση των τροφίμων στον πληθωρισμό είναι αμελητέα. Τον Απρίλιο ο γενικός πληθωρισμός διαμορφώθηκε σε 3,1% και στα τρόφιμα ανήλθε σε 5,4%, αλλά κατόπιν συνεργασίας με το ΙΟΒΕ ο ΣΕΒΤ διαπιστώνει ότι με την εξαίρεση του ελαιολάδου, το οποίο επιδρά στον δείκτη λόγω τόσο της μεγάλης αύξησης της τιμής του όσο και της μεγάλης κατανάλωσης, ο πληθωρισμός των τυποποιημένων τροφίμων διαμορφώνεται σε μόλις 0,6%. «Κάνουμε τα πάντα για να στηρίξουμε τον Έλληνα καταναλωτή. Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών δεν τροφοδοτεί τον πληθωρισμό και δεν επιζητεί, ούτε επωφελείται από ευκαιριακά υψηλές τιμές. Καθυστέρησε να μετακυλήσει κόστος από την αύξηση τιμών σε ενέργεια, πρώτες ύλες και συσκευασία. Κοιτάζει σε βάθος χρόνου και το όφελός της προκύπτει μόνο από την αύξηση της κατανάλωσης και την αύξηση της παραγωγής», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Γιώτης.

Από την πλευρά του, ο Νίκος Βέττας, γενικός διευθυντής ΙΟΒΕ & καθηγητής ΟΠΑ, διαπιστώνει εξασθένηση του πληθωρισμού και σταθεροποίηση του μέσου επιπέδου τιμών. Προβλέπει διατήρηση των τιμών σε υψηλά επίπεδα, θεωρώντας ότι ο πληθωρισμός είναι θέμα προσφοράς και ζήτησης. Οι παγκόσμιες τιμές τροφίμων δεν θα αποκλιμακωθούν σύντομα κατά την άποψή του και θα ζούμε για καιρό σε συνθήκες όπου η ζήτηση θα αυξάνεται γρηγορότερα από την προσφορά. Για την καλύτερη ποιότητα προϊόντων σε καλύτερες τιμές απαιτούνται συστηματικές επενδύσεις για τη σταθερή ανάπτυξη της προσφοράς.