Τράπεζες: Νέος συναγερμός στις e-απάτες – Οι επικίνδυνες συναλλαγές

Μια συνεχής «μάχη» βρίσκεται σε εξέλιξη ανάμεσα στις τράπεζες και τους «διαδικτυακούς εγκληματίες», οι οποίοι προσαρμόζουν συνεχώς τις τακτικές τους σύμφωνα με τα μέτρα ασφαλείας που υιοθετούνται για την προστασία των πελατών.

Τράπεζες: Νέος συναγερμός στις e-απάτες - Οι επικίνδυνες συναλλαγές

Κάθε φορά που τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κλείνουν μια «τρύπα» ασαλείας ή δυσκολεύουν συγκεκριμένες μορφές απάτης, οι δράστες αναζητούν νέους τρόπους για να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της πρόσφατης εισαγωγής πρόσθετων σταδίων ταυτοποίησης για τους χρήστες των ηλεκτρονικών τραπεζικών υπηρεσιών κατά τη διενέργεια συναλλαγών αξίας άνω των 1.000 ευρώ.

Εδώ και περίπου έναν χρόνο, απαιτείται ένα επιπλέον στάδιο για την ολοκλήρωση αυτών των συναλλαγών, και μαζί με τις έντονες ενημερωτικές καμπάνιες για το κοινό, φαίνεται να έχει συμβάλει σημαντικά στην αποτροπή χιλιάδων περιστατικών απάτης.

Τι δείχνουν τα στοιχεία της ΤτΕ

Αυτή είναι η ερμηνεία που δίνουν τραπεζικές πηγές, στα στοιχεία που έδωσε πριν λίγες ημέρες στη δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος.

Σύμφωνα με αυτά, κατά την περυσινή χρονιά καταγράφηκαν συνολικά 11.214 e-ληστείες στις μεταφορές πιστώσεων με τη λεία των επιτήδειων να φτάνει τα 24,6 εκατ. ευρώ.

Πρόκειται για χρήματα που μεταφέρθηκαν από τους λογαριασμούς των θυμάτων σε λογαριασμούς των δραστών, αφού προηγουμένως είχαν υποκλέψει τα τραπεζικά τους στοιχεία και εξασφαλίσει την έγκριση των πρώτων για την εκτέλεση των απατηλών συναλλαγών.

Εν προκειμένω, σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι, «πρόκειται για βαριά αμέλεια των πελατών μας, οι οποίοι άνοιξαν τις θύρες των καταθετικών τους προϊόντων στους ληστές».

Τα περιστατικά απάτης

Ωστόσο, οι απώλειες καταγράφουν σημαντική μείωση σε σχέση με την αμέσως προηγούμενη χρονιά. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των περιστατικών μειώθηκε κατά 31% και η αξία των παρατύπως μεταφερόμενων ποσών κατά 70%.

Δηλαδή, οι επιτήδειοι στράφηκαν σε συναλλαγές μικρότερης αξίας, με τη μέση απώλεια ανά περιστατικό να πέφτει από τη ζώνη των 5.000 ευρώ στα 2.200 ευρώ, ενώ κατάφεραν να εξαπατήσουν λιγότερους.

Η πτώση αυτή μάλιστα καταγράφεται παρά το γεγονός ότι η πρόσθετη δικλείδα ασφαλείας για μεταφορές άνω των 1.000 ευρώ ενεργοποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 2023. Κάλυψε δηλαδή μόνο τις συναλλαγές του τελευταίου τριμήνου της χρονιάς.

Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη το 2024 αναμένεται να κλείσει με νέα μείωση στα σχετικά μεγέθη.

Οι κομπίνες με κάρτες

Ανάλογες τάσεις επικρατούν και στις απατηλές συναλλαγές με κάρτες. Ρόλο για τη μείωση των κρουσμάτων έχουν παίξει τα μέτρα ασφαλείας που έχουν εισάγει τράπεζες και πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών τα τελευταία χρόνια.

Συγκεκριμένα, η εκτενής πλέον χρήση στο διεθνές τεχνικό πρότυπο ασφαλών συναλλαγών «3D Secure» στην Ελλάδα, έχει φέρει αποτελέσματα.

Τα e-shops του εξωτερικού

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο πρώτο μισό του 2024 έγιναν 172.000 χρεώσεις σε συναλλαγές μέσω διαδικτύου με χρήση υποκλαπέντων στοιχείων καρτών, αξίας ύψους 8,4 εκατ. ευρώ.

Πρόκειται για μεγέθη αυξημένα κατά 5% και 1% αντίστοιχα σε σχέση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023.

Ωστόσο, κατά την εγχώρια νομισματική αρχή, διαπιστώνεται ότι η συντριπτική πλειονότητα των περιστατικών απάτης αφορά σε συναλλαγές μέσω διαδικτύου σε e-shops του εξωτερικού, χωρίς την παρουσία της φυσικής κάρτας.

Δηλαδή, στις περιπτώσεις που οι επιτήδειοι πέτυχαν να υποκλέψουν τα στοιχεία καρτών των θυμάτων τους, προτίμησαν να πραγματοποιήσουν συναλλαγές εκτός συνόρων, σε ηλεκτρονικά καταστήματα που δεν υποστηρίζουν το πρότυπο ασφαλείας που χρησιμοποιείται πλέον κατά κόρον στην Ελλάδα.

Ποιος πλήρωσε τη ζημιά

Συνολικά, οι οικονομικές ζημίες στις συναλλαγές με κάρτες από τη δράση των επιτήδειων ανήλθαν σε 10,4 εκατ. ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2024, οριακά μειωμένες κατά 1% συγκριτικά με το δεύτερο εξάμηνο του 2023 και κατά 9% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2023.

Σε ό,τι αφορά τον επιμερισμό τους, διαπιστώνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας επιβαρύνει τους κατόχους – χρήστες καρτών, οι οποίοι κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024 επωμίστηκαν το 54% αυτής.

Προέκυψε δηλαδή από την εξέταση των υποθέσεων βαριά αμέλεια από την πλευρά των θυμάτων.

Από την άλλη, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που αποδέχονται συναλλαγές καρτών επωμίστηκαν το 38% της συνολικής ζημίας, ενώ οι εκδότες των καρτών πληρωμών επιβαρύνθηκαν σε ποσοστό 8%.